Διαταραχές φώνησης: Τι πρέπει να γνωρίζουμε;
Όταν αναφερόμαστε στον όρο “ήχος της φώνησης” αυτόματα τρεις λέξεις έρχονται στο μυαλό, η ένταση της φωνής, η χροιά της φωνής και το ύψος.
Οι διαταραχές φώνησης είναι αποκλίσεις της φωνητικής λειτουργίας κατά την ομιλία, οι οποίες προκαλούνται άλλοτε από οργανικές ή μη οργανικές βλάβες και άλλοτε από κατάχρηση της φωνητικής λειτουργίας (ακατάλληλη φώνηση, ένταση, τόνο και αντήχηση).
Οι διαταραχές φώνησης εμφανίζονται με τη σύσπαση διαφόρων μυών του λάρυγγα, καθώς αλλοιώνεται ο τρόπος παλμού των φωνητικών χορδών. Με τη σειρά τους αυτές αλλοιώνουν είτε το φωνητικό ύψος, είτε τις φωνητικές διακυμάνσεις της προσωδίας, είτε την ένταση της φωνής.
Η ηλικία των 8 ετών είναι η πιο κρίσιμη για τα παιδιά καθώς αποτελεί την πιο συχνή περίοδο αντιμετώπισης τέτοιων διαταραχών.
Οι λειτουργικοί – μη οργανικοί παράγοντες είναι μια βασική αιτία εμφάνισης των διαταραχών φώνησης. Ένας από τους πιο συχνούς παράγοντες είναι ο χαρακτήρας που έχει το παιδί. Πιο συγκεκριμένα, αν συνηθίζει όταν μιλάει να υψώνει την ένταση της φωνής για να ακουστεί, τότε επιβαρύνει τον μηχανισμό φώνησης. Επίσης, σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει την φωνή είναι οι ψυχολογικές διαταραχές όπως το άγχος. Το περιβάλλον παίζει κι αυτό με τη σειρά του ρόλο στη φωνή, καθώς αν το παιδί βρίσκεται συνεχώς σε μέρος με σκόνη, καυσαέριο, ή θόρυβο τότε αναπόφευκτα θα οδηγηθεί στην εμφάνιση διαταραχών φώνησης. Τα παιδιά που έχουν ως διασκέδαση το τραγούδι ή το θέατρο αναγκάζονται να μιλούν με μεγάλη ένταση και να κάνουν κατάχρηση των φωνητικών τους χορδών.
Οι οργανικοί παράγοντες είναι η άλλη βασική αιτία εμφάνισης των διαταραχών φώνησης. Οι ασθένειες του λάρυγγα, είτε είναι καλοήθεις, είτε είναι κακοήθεις (πχ λαρυγγίτιδα) επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την εμφάνιση των διαταραχών. Επιπλέον, η εμφάνιση νευρογενών διαταραχών (Πάρκινσον) έχουν κακό αντίκτυπο στη φωνή. Τέλος, οι ενδοκρινολογικοί παράγοντες (θυροειδής) και οι ανατομικές ανωμαλίες (σχιστίες, τραύμα φωνητικών χορδών) δεν πρέπει να παραλειφθούν αφού αποτελούν κύρια αιτία των διαταραχών φώνησης.
Πως όμως θα καταλάβουμε αν κάποιος από τους δυο παράγοντες που αναφέρθηκαν έχει επηρεάσει τη δική μας φωνητική λειτουργία;
Τα συμπτώματα που θα αναφέρουμε παρακάτω είναι ένας τρόπος να αντιληφθούμε ότι κάτι δεν λειτουργεί σωστά:
- βραχνάδα
- βήχας
- μείωση της έντασης
- φωνητική κόπωση
- φλεγμονές του λάρυγγα
- πολύποδες φωνητικών χορδών
- φωνητικά οζίδια
- δυσαρθρία
- οίδημα Reinke
- έλκος εξ’ επαφής
- Αίσθηση πόνου στη περιοχή του μηχανισμού φώνησης
Ο ρόλος του λογοθεραπευτή είναι αναγκαίος κυρίως στις μη οργανικές διαταραχές φώνησης. Μετά την απαραίτητη χορήγηση ενός πλήρους ιστορικού του ατόμου, ο λογοθεραπευτής μπορεί να ξεκινήσει ένα θεραπευτικό πρόγραμμα αποκατάστασης της φωνής. Στόχος του είναι η βελτίωση της ποιότητας της φωνής και η εκπαίδευση του ατόμου να χρησιμοποιεί σωστά τους μηχανισμούς φώνησης σε καθημερινή βάση. Μερικές από τις τεχνικές που χρησιμοποιεί ο λογοθεραπευτής είναι οι εξής :
- φωνητική υγιεινή
- ήπια έναρξη φώνησης
- ενδυνάμωση των φωνητικών χορδών και του λάρυγγα
- βελτίωση της έντασης, της χροιάς και του ύψους
- βελτίωση της αναπνοής και της αντήχησης
- σωστή στάση σώματος
- role playing
Βιβλιογραφία
- Νικολόπουλος Δημήτρης (2008). Γλωσσική Ανάπτυξη και Διαταραχές
- Hegde M.N (2008). Οδηγός Λογοθεραπευτικής Παρέμβασης,
- http://apothetirio.teiep.gr/xmlui/bitstream/handle/123456789/399/lgt_2009018.pdf?sequence=1
Παιδαγωγικό Κέντρο