Skip to main content
Η Ειδική Αγωγή στην Ελλάδα

Η Ειδική Αγωγή στην Ελλάδα

Η Ειδική Αγωγή στην Ελλάδα έχει πλαισιωθεί νομικά εδώ και κάποιες δεκαετίες και έχει εξελιχθεί σημαντικά μέσα σε αυτά τα χρόνια. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 μέχρι και σήμερα έχουν καταγραφεί αλλαγές σε επίπεδο διάγνωσης, αξιολόγησης, παρέμβασης και γενικότερα παρεχόμενων εκπαιδευτικών υπηρεσιών στη χώρα μας.

Αξιοσημείωτη όμως είναι και η εξέλιξη σε επίπεδο ονοματολογίας των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών.

Δεκαετία ‘80

Η ορολογία είναι σκληρή για τα σημερινά δεδομένα και η προσέγγιση είναι απόλυτα ιατρική. Οργανικά, ψυχικά και κοινωνικά αίτια ορίζουν τους ανθρώπους που διαφέρουν, ως αποκλίνοντες από το φυσιολογικό. Τα άτομα αυτά μπαίνουν σε κατηγορίες (τυφλά, κωφά, σπαστικά, επιληπτικά, χανσενικά, νοητικώς υστερούντα, ψυχικώς πάσχοντα) και τα παιδιά που δυσκολεύονται μαθησιακά, χαρακτηρίζονται ως σχολικώς δυσπροσάρμοστα ή ανώριμα. Η Ειδική Αγωγή περιλαμβάνει ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα σε συνδυασμό με ιατρικά και κοινωνικά μέτρα με σκοπό την ένταξη των ατόμων που αποκλίνουν από το φυσιολογικό στην κοινωνική και επαγγελματική ζωή (Νόμος 1143/1981). Λίγα χρόνια αργότερα τα αποκλίνοντα άτομα χαρακτηρίζονται ως άνθρωποι με ειδικές ανάγκες. Σκοπός της εκπαίδευσης γίνεται η ολόπλευρη ανάπτυξη και αξιοποίηση των ικανοτήτων τους, η ένταξή τους στην παραγωγική διαδικασία και η αλληλοαποδοχή με το κοινωνικό σύνολο (Νόμος 2572/1985).

Χρονολογία 2000

Οι ειδικές ανάγκες μετονομάζονται σε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και οι νομοθέτες εστιάζουν στις δυσκολίες μάθησης και προσαρμογής των ανθρώπων και στην αναγκαιότητα παροχής διαγνωστικών και εκπαιδευτικών υπηρεσιών. Η ονοματολογία των αναπηριών αλλάζει. Τα σχολικώς δυσπροσάρμοστα παιδιά είναι πια αυτά που έχουν ειδικές δυσκολίες στη μάθηση, όπως δυσλεξία, δυσαριθμησία ή δυσαναγνωσία. Τα νοητικώς υστερούντα άτομα ορίζονται πια ως άτομα με νοητική ανεπάρκεια ενώ ταυτοποιούνται και τα άτομα που παρουσιάζουν προβλήματα λόγου-ομιλίας, αυτισμό και άλλες διαταραχές ανάπτυξης. Προτεραιότητες της ειδικής εκπαίδευσης είναι η ανάπτυξη προσωπικότητας, η βελτίωση ικανοτήτων και δεξιοτήτων, η επαγγελματική κατάρτιση, η συμμετοχή στην παραγωγική διαδικασία και η ισότιμη κοινωνική εξέλιξη (Νόμος 2817/2000).

Σήμερα

Μακριά από τις ιατρικές ταμπέλες του παρελθόντος, η Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση έχει μια πιο εκπαιδευτική προσέγγιση της αναπηρίας, χωρίς όμως να αποφεύγεται ένα είδος κατηγοριοποίησης. Σύμφωνα με τον πιο πρόσφατο νόμο 3699/2008 μαθητές με αναπηρία ή ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες είναι αυτοί που παρουσιάζουν αισθητηριακά, νοητικά, γνωστικά, αναπτυξιακά προβλήματα και ψυχικές, νευροψυχικές διαταραχές, επηρεαζόμενη έτσι η διαδικασία σχολικής προσαρμογής και μάθησης. Στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες εμπίπτουν πια και όσοι έχουν σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής με ή χωρίς υπερκινητικότητα, κοινωνικές-συναισθηματικές δυσκολίες και παραβατική συμπεριφορά λόγω κακοποίησης, παραμέλησης, εγκατάλειψης και τέλος όσοι έχουν αναπτυγμένες νοητικές λειτουργίες-ταλέντα (χαρισματικοί μαθητές).

Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι η άχαρη ταμπελοποίηση του παρελθόντος έχει εγκαταλειφθεί στην Ελλάδα. Οι νομοθέτες είναι πολύ προσεχτικοί με τη χρήση της ορολογίας, ωστόσο δεν μπορεί να αποφευχθεί εντελώς η ονοματολογία. Είναι πολύ δύσκολο να αντικατασταθεί η μερικώς ιατρική προσέγγιση της αναπηρίας από μια περιγραφική με πιο εκπαιδευτικές προεκτάσεις.

Το ζητούμενο βέβαια δεν είναι μόνον η εξομάλυνση της χρησιμοποιούμενης ορολογίας αλλά και η άμβλυνση της επιρροής που αυτή μπορεί να έχει στην επαγγελματική και κοινωνική εξέλιξη των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Αυτό, γιατί σύμφωνα με τους ερευνητές, η «ταμπέλα» των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών δημιουργεί χαμηλές ή αρνητικές προσδοκίες για την εξέλιξη αυτών των ανθρώπων καθώς και αρνητικά στερεότυπα, με αποτέλεσμα να είναι πιθανότερη η μικρότερη προσπάθεια ή οι χαμηλότερες επιδόσεις. Επίσης μπορεί να θέσει τα άτομα αυτά σε κοινωνική απομόνωση λόγω του στίγματος που φέρει. Από την άλλη βέβαια , δεν πρέπει να παραγνωρίζεται και η ανάγκη για διαγνωστική αξιολόγηση που οδηγεί αναπόφευκτα σε διαγνωστική «ταμπελοποίηση», αλλά ταυτόχρονα και σε σωστό προγραμματισμό και κατάλληλη παρέμβαση. Η ευαισθητοποίηση και η ενημέρωση της κοινότητας (εκπαιδευτικών, γονέων, συμμαθητών) είναι παράγοντες που μπορούν να μειώσουν τις αρνητικές επιδράσεις μιας «ταμπέλας» και ο καλός εκπαιδευτικός προγραμματισμός να λειτουργήσει αντισταθμιστικά σε αυτό το στίγμα.


Παιδαγωγικό Κέντρο

 

Πηγές:

  • EUROPEAN AGENCY FOR DEVELOPMENT IN SPECIAL NEEDS EDUCATION.2003. Special education across Europe in 2003; Trends in provision in 18 European countries [online]. Middelfast, Denmark: European Agency for Development in Special Needs Education. Available from: http://www.european-agency.org
  • EUROPEAN AGENCY FOR DEVELOPMENT IN SPECIAL NEEDS EDUCATION.2011. Legal system – Greece [online]. Available from: https://www.european-agency.org/country-information/greece/national-overview/legal-system
  • OSTERHOLM, K., W. R. NASH and W. ALLAN KRITSONIS. 2007. Effects of labeling students “Learning Disabled”: Emergent themes in the research literature1970 through 2000. Focus on Colleges, Universities, and Schools. 1(1).
  • SYRIOPOULOU-DELLI, C.K. 2010. A historical review of educational policy in Greece for children with pervasive developmental disorders, behavioral difficulties and other special educational needs. Review of European Studies. 2(1).
  • VLACHOU-BALAFOUTI, A. and A. ZONIOU-SIDERIS. 2000. Greek policy practices in the area of special/inclusive education. In: F. ARMSTRONG, D. ARMSTRONG and L. BARTON, eds. Inclusive education: policy, contexts and comparative perspectives. London: David Fulton, pp. 27-41.