Ο ρόλος της οικογένειας στα προβλήματα εκφοβισμού/θυματοποίησης
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται διεθνώς αύξηση του επιστημονικού ενδιαφέροντος για τα προβλήματα εκφοβισμού/ θυματοποίησης που εκδηλώνονται στο χώρο του σχολείου. Αύξηση όμως παρατηρείται επίσης και στις μελέτες που εξετάζουν το ρόλο της οικογένειας στη γένεση, την εκδήλωση και την γενίκευση της αντικοινωνικής και προβληματικής συμπεριφοράς των παιδιών (Blazei, et. Al., 2006).
Αρκετές έρευνες έχουν διαπιστώσει ότι διάφοροι οικογενειακοί παράγοντες συνδέονται με την εμπλοκή των παιδιών σε περιστατικά εκφοβισμού/ θυματοποιήσης. Στο πλαίσιο των ερευνών αυτών μελετήθηκαν ποικίλα οικογενειακά χαρακτηριστικά, όπως το γονεικό στυλ διαπαιδαγώγησης, οι γονεικές συγκρούσεις στο περιβάλλον του σπιτιού, και γενικά η οικογενειακή δυσαρμονία, η παραβατική δραστηριότητα των γονέων και οι εμπειρίες παραμέλησης- κακοποίησης του παιδιού.
Οι πρώτες έρευνες που πραγματοποιήθηκαν με σκοπό να συνδέσουν το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού με το γονεικό περιβάλλον υπογράμμιζαν ότι οι δράστες είναι πιο πιθανό να έχουν γονείς που χρησιμοποιούσαν εκφοβιστικές συμπεριφορές , αντιμετώπιζαν συζυγικά προβλήματα, εμπλέκονταν σε διαμάχες , χρησιμοποιούσαν σωματικές τιμωρίες, ενώ παράλληλα έδειχναν μειωμένη ευαισθησία για τα συναισθήματα των άλλων. Τα θύματα από την άλλη πλευρά, θεωρήθηκε πως έχουν πιο υπερπροστατευτικούς και αγχώδεις γονείς . Ενδιαφέρον ωστόσο παρουσιάζουν τα ευρήματα του Rigby, συμφώνα με τον οποίο στις οικογένειες των δραστών υπήρχε προβληματική επικοινωνία και περιορισμένη δυνατότητα έκφρασης συναισθημάτων, συνθήκη που εντοπίστηκε όμως και στις οικογένειες κοριτσιών θυμάτων.
Η γονεική εμπλοκή, ως δείκτης ποιότητας της σχέσης μεταξύ γονέα- παιδιού έχει φανεί επίσης πως μπορεί να συνδεθεί με προβλήματα εκφοβισμού/ θυματοποίησης. ΟιRollandκαι Galloway(2002) διαπίστωσαν οι θετική επικοινωνία και αλληλεπίδραση μέσα στην οικογένεια μειώνει τις πιθανότητες εμπλοκής ενός παιδιού σε εκφοβιστικές συμπεριφορές, ενώ η εμπλοκή του πατέρα στη ζωή της οικογένειας μπορεί να λειτουργήσει σαν προστατευτικός παράγοντας ενάντια στη θυματοποίηση ενός παιδιού.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η μελέτη με εφήβους Αυστραλούς (1999) σύμφωνα με την οποία θύτες και θύματα ανέφεραν πως είχαν αυταρχικούς , μη υποστηρικτικούς γονείς, οι οποίοι βρίσκονται σε συνεχή σύγκρουση. Τα παραπάνω ευρήματα ενισχύονται και από τη μελέτη των Troffi και Farrington(2002). Σε άλλες έρευνες, καταδεικνύεται ότι στις οικογένειες των δραστών παρατηρείται υπερβολικά μεγάλη απόσταση ανάμεσα στα μέλη, η οποία οδηγεί σε συναισθηματική απομόνωση, ενώ στις οικογένειες των θυμάτων παρατηρείται υπερβολικά στενή σχέση η οποία οδηγεί σε υπερβολική ταύτιση και απώλεια ατομικότητας. Δράστες και θύματα, στην συγκεκριμένη μελέτη, είχαν τάση να θεωρούν τον πατέρα πιο ισχυρό από τη μητέρα , δεδομένο που αμφισβητείται σε μελέτη του Rigbyτο 1993.
Όπως φαίνεται από τα παραπάνω, η ερμηνεία των ευρημάτων που αφορούν την επίδραση των οικογενειακών παραγόντων στην εκδήλωση προβλημάτων εκφοβισμού/ θυματοποίησης δεν είναι εύκολη υπόθεση διότι τα ευρήματα φαίνεται να είναι αντιφατικά μεταξύ τους. Στο σημείο αυτό, πρέπει να σημειώσουμε πως θέματα που αφορούν τη λειτουργία της οικογένειας αλληλεπιδρούν με τις αιτιακές αποδόσεις που κάνει το ίδιο το παιδί για τη συμπεριφορά του.
Τέλος, οι ιδιαίτερα δυσμενείς εμπειρίες του παιδιού στο περιβάλλον του, όπως κακοποίηση και αντικοινωνικές και παραβατικές συμπεριφορές των γονέων έχουν συνδεθεί άρρηκτα με το φαινόμενο του εκφοβισμού / θυματοποιήσης. Μεγάλο ρόλο, φαίνεται επίσης, να παίζει η ηλικία του παιδιού την εποχή κατά την οποία εμπλέκεται στο σχολικό εκφοβισμό, καθώς υπάρχουν έρευνες που δείχνουν ότι τόσο οι αρνητικές εμπειρίες και οι γονεικές πρακτικές συνδέονται με την θυματοποίηση κυρίως κατά την παιδική ηλικία (Dollet. al., 2005).
Βιβλιογραφία-Πηγές:
- Γνωσιακή- Συμπεριφοριστική θεραπεία οικογένειας
Παιδαγωγικό Κέντρο