Skip to main content
Πρέπει να βάλουμε όρια στα παιδιά μας και πώς

Πρέπει να βάλουμε όρια στα παιδιά μας και πώς;

Οι περισσότεροι γονείς μιλάνε καθημερινά για όρια στις σχέσεις τους με τα παιδιά. Βασανίζονται από ερωτήματα, όπως «Πρέπει να βάλω όρια στο παιδί μου;», «Προσπαθώ να του βάλω όρια αλλά χωρίς αποτέλεσμα», «Τον αφήνω να κάνει ό, τι θέλει όμως και πάλι έχει ξεσπάσματα θυμού». Γιατί άραγε τα όρια είναι ένα από τα κυρίαρχα αιτήματα των γονέων;

Τις περισσότερες φορές επικρατεί μία σύγχυση για το αν είναι προτιμότερο να μεγαλώνει κανείς το παιδί του βάζοντάς του όρια ή αφήνοντάς το τελείως ελεύθερο. Ο λόγος είναι πως αρκετοί γονείς συγχέουν τα όρια με την τιμωρία και την καταπίεση. Φοβούνται μήπως περιορίσουν την ελευθερία επιλογής του παιδιού, την έκφραση και τη δημιουργικότητά του, ενώ πολλές φορές ανησυχούν πως θα χάσουν την αγάπη του, επιλέγοντας τελικά έναν τρόπο διαπαιδαγώγησης που στηρίζεται στην αγάπη δίχως όρια και κανόνες.

Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι πως η αποδοχή, η αγάπη και το ενδιαφέρον δε σημαίνει πως θα αποφεύγεται οποιαδήποτε αρνητική συμπεριφορά ή συναίσθημα! Αντιθέτως, τα σταθερά όρια προσφέρουν στα παιδιά το αίσθημα της ασφάλειας, καθώς γνωρίζουν πως μπορούν να εξερευνήσουν τον κόσμο γύρω τους, έχοντας ταυτόχρονα δίπλα τους κάποιον που θα τα προστατεύσει και θα τα συμβουλεύσει όταν τον χρειαστούν. Τα παιδιά πρέπει να μάθουν να λειτουργούν μέσα σε ένα πλαίσιο κανόνων που θα τα βοηθήσει να αποκτήσουν σεβασμό, να διαμορφώσουν τον αυτοέλεγχό τους και να διακρίνουν το λάθος από το σωστό. Πρέπει να κατανοήσουν πως δεν επιτρέπεται, παραδείγματος χάριν, να χτυπάνε και να βρίζουν τους άλλους, όπως επίσης δεν επιτρέπεται να τα χτυπάνε και να τα πονάνε οι άλλοι.

Από την άλλη πλευρά, τα όρια που βάζουμε στα παιδιά μας δεν πρέπει να είναι άκαμπτα και αδιαπέραστα. Σε αυτή την περίπτωση ο κόσμος των γονέων και ο κόσμος των παιδιών είναι χωρισμένοι με αποτέλεσμα να μη μπορεί ο ένας να μπει στον κόσμο του άλλου. Με τους γονείς και τα παιδιά ανίκανους να αλλάξουν ή να διαπεράσουν τα όρια του άλλου, η φροντίδα, η εμπλοκή και η ανταλλαγή στοργής μεταξύ τους, κινδυνεύουν να χαθούν. Παραδείγματος χάριν, ένα σαφές όριο εκ μέρους των γονέων είναι πως το παιδί πρέπει να κοιμάται στο κρεβάτι του στο δωμάτιό του. Ωστόσο, εάν ένα βράδυ το παιδί τρομάξει από κάποιο εφιάλτη ή αισθανθεί αδιαθεσία, είναι καλό να γνωρίζει πως μπορεί να πάει στο κρεβάτι των γονεών του και να ξεπεράσει το όριο που του έχει τεθεί, επειδή υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος. Τελικά τι πρέπει να κάνουμε;

Ας δούμε ένα παράδειγμα ώστε να εξετάσουμε καλύτερα τις επιλογές μας: Έστω ότι ο Μάριος πήγε στον παιδότοπο και ήθελε να πάρει ένα συγκεκριμένο παιχνίδι, το οποίο εκείνη τη στιγμή το είχε η Ελένη. Προκειμένου να το αποκτήσει έσπρωξε την Ελένη και της πήρε από τα χέρια το παιχνίδι. Οι γονείς που θέτουν αυστηρά και άκαμπτα όρια, θα τραβήξουν από το χέρι το Μάριο με σκοπό να τον απομακρύνουν και φτάνοντας στο σπίτι θα του βάλουν κάποια τιμωρία. Ο Μάριος δε θα ξαναπάρει το τάμπλετ για μία εβδομάδα. Με τον τρόπο αυτό, παρότι οι γονείς έκαναν αυτό που θεωρούσαν καλύτερο, δεν κατάφεραν να διερευνήσουν τα συναισθήματα του Μάριου, ενώ λειτούργησαν τελικά με έναν τιμωρητικό τρόπο.

Από την άλλη πλευρά, στην περίπτωση της απουσίας ορίων, οι γονείς του Μάριου θα χαμογελούσαν αδιαφορώντας για την επιθετική συμπεριφορά του παιδιού τους. Θα το προστάτευαν και θα το αντιμετώπιζαν με μία τρυφερή κίνηση και ίσως μία εκλογίκευση, αποδίδοντας τη συμπεριφορά του στην ηλικία του («Είναι παιδί ακόμη..»). Φυσικά ο Μάριος θα επαναλάμβανε το ίδιο, με αποτέλεσμα να πάρει στο τέλος το παιχνίδι από την Ελένη. Αν και οι γονείς θεώρησαν πως το καλύτερο για το παιδί τους ήταν να μην το μαλώσουν, με την πλήρη απουσία ορίου, ο Μάριος θα νιώσει μπερδεμένος για το τι πρέπει να κάνει, ενώ είναι πολύ πιθανό να επαναλάβει το ίδιο την επόμενη φορά.

Το ιδανικό σενάριο στο παράδειγμά μας, θα ήταν οι γονείς να προσπαθήσουν να μπουν στη θέση του παιδιού τους και να συζητήσουν μαζί του το λόγο που το οδήγησε σε αυτή τη συμπεριφορά. Τι αισθάνθηκε και έκανε την κίνηση αυτή; Πως ένιωσε μετά που είδε την Ελένη να κλαίει αλλά και πως πιστεύει ότι αισθάνθηκε η Ελένη όταν την έσπρωξε; Με τον τρόπο αυτό φέρνουμε το παιδί σε επαφή με τα συναισθήματά του, αλλά και με τα συναισθήματα των άλλων! Το βοηθάμε να τα αναγνωρίσει και του εξηγούμε στη συνέχεια για ποιο λόγο δεν ήταν σωστό αυτό που έγινε και πως η κάθε του πράξη έχει μία λογική συνέπεια. Με τον τρόπο αυτό θέτουμε σταθερά όρια στο παιδί μας διαχωρίζοντάς τα όμως από την έννοια της τιμωρίας. Έτσι, ο Μάριος νιώθει πως οι γονείς του τον καταλαβαίνουν και τον αγαπούν, ταυτόχρονα όμως έχει ένα όριο όσον αφορά την επιθετική συμπεριφορά, μαθαίνει τις συνέπειες που θα έχει η πράξη του την επόμενη φορά αλλά και το πώς θα μπορούσε να εκφράσει καλύτερα το συναίσθημα του θυμού.

Τα όρια λοιπόν είναι ένα απαραίτητο στοιχείο στη ζωή του παιδιού. Είναι κάτι που θα του προσφέρει ασφάλεια και ταυτόχρονα θα εξασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία ολόκληρης της οικογένειας. Με τον κατάλληλο τρόπο το παιδί όχι μόνο δε θα βιώσει απόρριψη από τους γονείς, αλλά σταδιακά θα μάθει να ορίζει τα δικά του προσωπικά όρια!


Βιβλιογραφία

  • Colapinto, J. (1982). Structural Family Therapy. In Arthur M. Horne and Merle M. Ohlsen (eds.), Family counseling and Therapy. Itasca, Illinois: F. E. Peacock, 1982.
  • Connell, C. (2010). Multicultural Perspectives and Considerations Within Structural Family Therapy: The Premises of Structure, Subsystems and Boundaries. Rivier Academic Journal, Volume 6, No 2.
  • Goldenberg, I. & Goldenberg, H. (2005). Οικογενειακή Θεραπεία: Μια Επισκόπηση. Αθήνα: Εκδόσεις ΕΛΛΗΝ.
  • Cole, M. & Cole, S.R. (2001). H ανάπτυξη των παιδιών- Γνωστική και ψυχοκοινωνική ανάπτυξη κατά τη νηπιακή και μέση παιδική ηλικία. Εκδόσεις τυπωθήτω.

Παιδαγωγικό Κέντρο